Οικονομία

Πιο κερδοφόρες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο οι ελληνικές τράπεζες – Τι αναφέρει η ΕΚΤ

Υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο εμφανίζεται η κερδοφορία των μεγάλων ελληνικών τραπεζών στο τρίτο τρίμηνο του 2025, όπως προκύπτει από τα εποπτικά στατιστικά που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) χθες 17.12.2025 για τις τράπεζες που εποπτεύει άμεσα.

Ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων της ΕΚΤ, ένας βασικός δείκτης κερδοφορίας, διαμορφώθηκε για τις 4 συστημικές ελληνικές τράπεζες στο 12,45%, όταν ο μέσος όρος των χωρών που συμμετέχουν στην ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία ήταν 9,88%.

Με απλά λόγια, η απόδοση ιδίων κεφαλαίων δείχνει πόσο κέρδος παράγει μια τράπεζα σε σχέση με τα κεφάλαια που έχουν επενδύσει οι μέτοχοί της. Η διαφορά Ελλάδας – ευρωπαϊκού μέσου όρου είναι 2,57 ποσοστιαίες μονάδες. Αυτό σημαίνει ότι, με τον ρυθμό κερδοφορίας του τρίτου τριμήνου, οι ελληνικές τράπεζες είχαν υψηλότερη απόδοση ανά 100 ευρώ ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με τον μέσο όρο.

Σε επίπεδο Ευρώπης, η ΕΚΤ καταγράφει ότι ο μέσος δείκτης κερδοφορίας στο τρίτο τρίμηνο του 2025 ήταν χαμηλότερος από το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ υποχώρησε οριακά και σε σχέση με ένα χρόνο πριν. Στο ίδιο σύνολο στοιχείων, το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων για τις τράπεζες που εποπτεύει άμεσα η ΕΚΤ διατηρήθηκε στο 2,22%, δείχνοντας ότι η ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων παραμένει γενικά σταθερή.

Στο σκέλος της κεφαλαιακής επάρκειας, δηλαδή των κεφαλαίων που λειτουργούν ως μαξιλάρι απέναντι σε απρόβλεπτες ζημιές, η εικόνα των ελληνικών τραπεζών είναι ουσιαστικά ίδια με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο βασικός δείκτης κεφαλαίων (τα βασικά ίδια κεφάλαια, ο λεγόμενος CET1) ήταν στο 16,09% για την Ελλάδα στο τρίτο τρίμηνο του 2025, έναντι 16,10% στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα έχει και το κομμάτι της ρευστότητας, δηλαδή πόσο άνετα μπορεί μια τράπεζα να ανταποκριθεί σε πιέσεις χρηματοδότησης. Ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας (LCR) εμφανίζεται αισθητά υψηλότερος στην Ελλάδα, στο 207,23%, έναντι 156,73% στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Όσο υψηλότερος είναι ο δείκτης, τόσο μεγαλύτερο είναι το απόθεμα ρευστών διαθεσίμων σε σχέση με τις εκτιμώμενες εκροές σε ένα δυσμενές σενάριο.

Η ΕΚΤ επισημαίνει ότι τα εποπτικά στατιστικά προκύπτουν από στοιχεία που υποβάλλουν οι τράπεζες (στοιχεία κεφαλαιακής επάρκειας και οικονομικών καταστάσεων) και ότι οι μεταβολές από τρίμηνο σε τρίμηνο μπορεί να επηρεάζονται και από τεχνικούς παράγοντες, όπως αλλαγές στο δείγμα των τραπεζών που περιλαμβάνονται, συγχωνεύσεις ή αναταξινομήσεις χαρτοφυλακίων. Σε κάθε περίπτωση, η εικόνα του τρίτου τριμήνου του 2025 εμφανίζει εικόνα ευρωστίας για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας.

Γιατί οι ελληνικές τράπεζες κερδίζουν αναλογικά περισσότερα από τις ευρωπαϊκές

Η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών στο γ’ τρίμηνο 2025 στηρίζεται κυρίως στο επιτοκιακό περιθώριο, δηλαδή στη διαφορά ανάμεσα στους τόκους που εισπράττουν από δάνεια και στους τόκους που πληρώνουν για τις καταθέσεις.

Στα εποπτικά στοιχεία της ΕΚΤ, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο για την Ελλάδα εμφανίζεται στο 2,80% όταν ο μέσος όρος των σημαντικών τραπεζών στην ευρωπαϊκή εποπτεία είναι 1,50%, ενώ χαμηλότερο είναι και το κόστος λειτουργίας σε σχέση με τα έσοδα, κάτι που ενισχύει το τελικό αποτέλεσμα.

Παράλληλα, η εικόνα ενισχύεται από το ότι το κόστος των καταθέσεων στην Ελλάδα έχει παραμείνει χαμηλό, περιορίζοντας την πίεση στα καθαρά έσοδα από τόκους, ενώ σε δεύτερο χρόνο βοηθούν και οι προμήθειες.

Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε εδώ!

Με το WordPress Automatic Plugin από την codecanyon
Πλέον στην ιστοσελίδα μας δημοσιεύονται αυτόματα άρθρα μέσω «RSS feeds».
Από όποια σελίδα μας τα προσφέρει!
Δεν φέρουμε καμιά απολύτως ευθύνη για το περιεχόμενο.

Αν πιστεύεται πως αυτό το άρθρο πρέπει να διαγραφεί μην διστάσετε να μας βρείτε στα social media.

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button